Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἐπ' ὀχέων

См. также в других словарях:

  • Οχεών — Ὀχεών, ῶνος, ὁ (Α) ονομασία μήνα στη Σμύρνη …   Dictionary of Greek

  • ὀχέων — ὄχος carriage neut gen pl (epic doric ionic aeolic) ὀχέω hold fast pres part act masc nom sg (epic doric ionic aeolic) ὀχεύς anything used for holding masc gen pl ὀχέω̆ν , ὀχεύς anything used for holding masc gen pl ὀχή prop fem gen pl (epic… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κούφος — Ονομασία δύο οικισμών. 1. Παράλιος οικισμός (υψόμ. 10 μ., 2 κάτ.) του νομού Χαλκιδικής. Βρίσκεται στη νοτιοδυτική ακτή της χερσονήσου της Σιθωνίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Τορώνης. Έχει χαρακτηριστεί παραδοσιακός οικισμός. 2. Πεδινός… …   Dictionary of Greek

  • χέω — και χεύω και επικ. τ. χείω ΜΑ (σχετικά με ρευστό) χύνω, αφήνω να ρεύσει, να τρέξει προς τα κάτω (μσν. αρχ.) (το μέσ.) χέομαι α) (για ένδυμα) πέφτω σχηματίζοντας πτυχές β) (για τον λόγο τού Θεού) εξαπλώνομαι, διαδίδομαι («τοῡ σωτηρίου λόγου… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»